
Καταραμένος, αληθινός, οδοιπόρος: Ο Άντονι Μπουρντέν στοιχειώνει ξανά την οθόνη με νέα βιογραφία
Ο Άντονι Μπουρντέν και η ιστορία του έρχονται στη μεγάλη οθόνη και για ακόμη μια φορά, η είδηση διχάζει
Ο Άντονι Μπουρντέν ίσως δεν συμφωνούσε, ωστόσο η ιστορία της ζωής του γίνεται ταινία με δύο σταρ να έχουν ήδη υπογράψει στο project που έχει ήδη διχάσει.
Στην ταινία με τίτλο Tony, συμμετέχουν ο ανερχόμενος σταρ του The Holdovers, Ντομινίκ Σεσά, και ο υποψήφιος για Όσκαρ Αντόνιο Μπαντέτας.
Όπως γράφει το Variety, η ταινία θα αφηγηθεί ένα μόλις κεφάλαιο από την ιστορία του θρυλικού σεφ, συγγραφέα, συλλέκτη εμπειριών και ταξιδευτή, και θα επικεντρωθεί στο καλοκαίρι του 1976, που άλλαξε τη ζωή του όσο εργαζόταν και ζούσε στην Provincetown της Μασαχουσέτης.
«Ο Άντονι Μπουρντέν θα έβρισκε την ιδέα γκροτέσκα» γράφει ο Τρες Ντιν στο αμερικανικό GQ.
Ο αρθρογράφος σημειώνει ότι ο Άντονι Μπουρντέν ήταν «πάντα ένας outsider, μια τόσο κομψευόμενη όπως φαίνεται παραγωγή για τη ζωή του, θα τον έβρισκε αντίθετο».
Για τον Ντιν «το μοναδικό χάρισμα και η αυθεντικότητα του Μπουρντέν είναι αδύνατο να αντιγραφούν, καθιστώντας την ταινία έναν ακατάλληλο φόρο τιμής» ενώ το άρθρο επικρίνει την εμπορευματοποίηση της κληρονομιάς του Μπουρντέν, η οποία ξεκίνησε αμέσως μετά τον θάνατό του το 2018, συμπεριλαμβανομένων βιογραφιών, ντοκιμαντέρ και τώρα μιας ακόμη κινηματογραφικής παραγωγής για τον Μπουρντέν που έβαλε τέλος στη ζωή του του.
«Οι αυτοβιογραφίες του και οι εκπομπές του είναι και η οριστική απεικόνιση της ζωής και των αγώνων του»

«Τα μυστήρια της ζωής του, το γιατί έβαλε τέλος στη ζωή του, δεν αφορούν κανέναν» γράφει ο αρθρογράφος που καταδικάζει το πρόσφατο ντοκιμαντέρ του 2021, Roadrunner, το οποίο χρησιμοποίησε λογισμικό τεχνητής νοημοσύνης για να αναπαράγει τη φωνή του Μπουρντέν φέρνοντας αντιδράσεις.
«Οι αυτοβιογραφίες του και οι εκπομπές του είναι και η οριστική απεικόνιση της ζωής και των αγώνων του» προσθέτει ο Ντιν που βρίσκει ότι οι κληρονόμοι του Μπουρντέν «εκμεταλλεύονται το legacy του με περιττές απόπειρες να ειπωθεί ξανά η ιστορία ενός πολύ δημόσιου -όταν ήθελε ο ίδιος- ταλαντούχου ανθρώπου».
«Κανιβαλισμός του ονόματος του, δεν πρόκειται για κανένα φόρο τιμής» σημειώνει ο συντάκτης του άρθρου με πολλούς χρήστες σε φόρουμ να συμφωνούν με το σχόλιο του.
Το θαυμαστό αίνιγμα του Άντονι Μπουρντέν είχε γίνει αφορμή για ένα εξαιρετικό άρθρο του Μπεν Ρόουντς στο The Atlantic, με αφορμή τη διχαστική βιογραφία του, Down and Out in Paradise: The Life of Anthony Bourdain, που κυκλοφόρησε το 2022.
«Κανιβαλισμός του ονόματος του, δεν πρόκειται για κανένα φόρο τιμής»
Σε αυτή ο συγγραφέας, Τσαρλς Λίρσεν, επέλεξε να προσεγγίσει τον Μπουρντέν μέσα από τον «φακό της αυτοκτονίας του».
Στα δεκαπέντε περίπου χρόνια της τηλεοπτικής του παρουσίας, ο Μπουρντέν πήγε τους Αμερικανούς σε μέρη που ήταν απίθανο να πάνε και τους σύστησε σε ανθρώπους που ήταν απίθανο να γνωρίσουν.
Στα καλύτερά του, απογύμνωσε τα φίλτρα που μια διασημότητα επιβάλλει στον κόσμο -καλό και κακό, νικητής και θύμα- και βρήκε τον πυρήνα της επικοινωνίας, μια ουσιαστική ανθρωπιά που μοιραζόμαστε όλοι.
Σε μια εποχή που τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης εκτοξεύουν βομβαρδιστικές φωνές σίγουρες για τη δικαιοσύνη τους, ο Μπουρντέν προσέφερε μια ασάφεια που ήταν κατά κάποιο τρόπο καθησυχαστική: Είναι δυνατόν, όπως πρότειναν οι εκπομπές του, να δούμε με ειλικρίνεια την ποικιλομορφία, την πολυπλοκότητα και την περιστασιακή διαφθορά του κόσμου και να γίνουμε καλύτεροι γι’ αυτό.
Οι Αμερικανοί τείνουν να κρατούν μια θέση στην κουλτούρα για ένα συγκεκριμένο είδος ανθρώπου (και είναι σχεδόν πάντα άντρας) που κάνει το δικό του δρόμο: ο αυτοκαταστροφικός αγωνιστής που πετυχαίνει έξω από τις γραμμές οποιουδήποτε αναγνωρισμένου βιβλίου κανόνων ή καθιερωμένης σύμβασης. Ακόμα καλύτερα αν έχει ξεπεράσει κάμποσες αντιξοότητες.
Ο Μπουρντέν είναι ταυτόχρονα μια οικεία και απίθανη προσθήκη σε αυτή την κατηγορία.
Πρώην χρήστης ηρωίνης και κρακ και διάσημος σεφ που δεν ήταν ιδιαίτερα ξακουστός ως μάγειρας, μπήκε στη λαϊκή φαντασία ως συγγραφέας το 2000 με το Kitchen Confidential, ένα gonzo-δημοσιογραφικό ταξίδι 20 περίπου χρόνων εργασίας σε κουζίνες.

Ξεχώρισε ως πάντα έτοιμος για μια προκλητική ατάκα, προβάλλοντας μια «αμήχανη» συμπεριφορά που έκλεινε το μάτι στο κοινό όταν ήταν καλεσμένος κάποιου κουτσομπόλη δημοσιογράφου ή ενός υπερβολικά «πρωινού» παρουσιαστή talk-show: «Όλοι ξέρουμε ότι αυτοί οι άνθρωποι λένε μ@λακίες» έλεγε χωρίς να το αρθρώνει σε λέξεις.
Ο Μπουρντέν συνέχισε να παράγει σοβαρές και ερευνητικές τηλεοπτικές εκπομπές, ταξιδεύοντας το κοινό παντού, από τη Δυτική Βιρτζίνια μέχρι τη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, βρίσκοντας μια μοναδική φωνή και μια μορφή έκφρασης που κατάφερνε να σπάσει τον αδιάκοπο θόρυβο της κουλτούρας μας.
Στη συνέχεια ο Ρόουντς αναφέρεται στην εμμονή των ΗΠΑ με τους αυτόχειρες -και κυρίως διάσημους και αυτόχειρες.
Ίσως ένας τέτοιος θάνατος να εκφράζει την αίσθηση ότι υπάρχει ένα πνευματικό κενό στο επίκεντρο του καπιταλιστικού αμερικανικού ονείρου: Μπορείς να τα έχεις όλα και παρόλα αυτά να είσαι δυστυχισμένος σχολιάζει.
Από τότε που ο Μπουρντέν πέθανε σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου στην Αλσατία της Γαλλίας, το 2018, υπάρχει κάτι σαν διελκυστίνδα για το πώς θα τον θυμόμαστε. Να επικεντρωθούμε στο πλούσιο έργο του που μας έδειξε τις αρετές της απεριόριστης περιέργειας και της ανθρώπινης ανθεκτικότητας; Ή να παραμείνουμε εμμονικοί με το μυστήριο του γιατί το ίδιο πρόσωπο που μας έδειξε όλα αυτά τα πράγματα είπε τελικά όχι στην ίδια του τη ζωή;
Πώς συμβιβάζουμε το ατελείωτο ταξίδι στο οποίο μας οδήγησε ο Άντονι Μπουρντέν με τον θλιβερό προορισμό στον οποίο κατέληξε;
Στο βιβλίο Down and Out in Paradise: The Life of Anthony Bourdain, που κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας, Τσαρλς Λίρσεν, επιλέγει να δει τον Μπουρντέν κυρίως μέσα από τον φακό της αυτοκτονίας του και να προκαλέσει αντιδράσεις.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του βιβλίου, διάφορες πτυχές της ζωής και της προσωπικότητας του προβάλλονται ως προάγγελοι του τέλους του: η οργή του ενάντια στη μεσοαστική ανατροφή του στο Νιου Τζέρσεϊ- μια μητέρα που ασκούσε έλεγχο και ένας πατέρας του οποίου η ζωή κατέληξε σε αποτυχία- μια εθιστική προσωπικότητα και αυτό το αυτοκαταστροφικό σκοτάδι- μια λαχτάρα να αγαπηθεί και μια δυσφορία με εκείνους που τον αγαπούσαν.
Η ιστορία καταλήγει σε ένα φαινομενικά αναπόφευκτο τέλος, το οποίο διακόπτεται από μηνύματα κειμένου που ανταλλάσσουν ο Μπουρντέν και η Άζια Αρτζέντο, η Ιταλίδα ηθοποιός που ο Λίρσεν πιστεύει ότι ράγισε την εμμονική καρδιά του Μπουρντέν.

Αφού την είδε σε φωτογραφίες παπαράτσι με άλλον άνδρα την παρακάλεσε να αναγνωρίσει τον πόνο και τη ζήλια του.
«Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχεις τόσο λίγη στοργή ή σεβασμό για μένα ώστε να μην δείχνεις ενσυναίσθηση γι’ αυτό» έγραψε. Μια μέρα αργότερα, ήταν νεκρός.
Πρώην συντάκτης στο Sports Illustrated, ο Λίρσεν έχει την ικανότητα του συγγραφέα περιοδικών να μας βάζει μέσα στη ζωή ενός διάσημου προσώπου. «Σκιώδεις φιγούρες σε πόρτες πολυκατοικιών; Τέλεια! Έτσι ήθελε ο Τόνι, το 1981, να χάσει την παρθενιά του στην ηρωίνη» γράφει.
Κάνει επίσης την ενδιαφέρουσα επιλογή να επικεντρωθεί στα πρώτα χρόνια του Μπουρντέν, πριν τον γνωρίσουμε. Αυτό αποτελεί μια σκληρή αντίθεση με άλλα πρόσφατα βιβλία και ντοκιμαντέρ του Μπουρντέν που στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στην περήφανη εταιρεία παραγωγής και τους διάσημους συνεργάτες των μεταγενέστερων χρόνων του – τους οποίους ο Λίρσεν αποκαλεί απορριπτικά «Bourdain Inc.».
Ο Μπουρντέν θα μπορούσε, όπως μας υπενθυμίζει ο Λίρσεν, να είναι ανασφαλής και να συμπεριφέρεται σαν κόπανος. Αλλά ήταν επίσης ένας σοβαρός λάτρης του φαγητού, της μουσικής, του κινηματογράφου και της συγγραφής.
Ο Μπουρντέν αναζητούσε επί δεκαετίες έναν τρόπο να ανταποκριθεί στο αμερικανικό αρσενικό αρχέτυπο του 20ού αιώνα που θαύμαζε: έναν ριψοκίνδυνο και χαρισματικό άνδρα όπως ο Χάντερ Σ. Τόμσον ή ο Μάρλον Μπράντο
Και μετά από μια μέτρια καριέρα ως σεφ και μια μοναδική επιτυχία ως συγγραφέας απομνημονευμάτων, ο Μπουρντέν, αξιοσημείωτα, βρήκε τη διέξοδο του σε ένα απίθανο μέσο του 21ου αιώνα: ως παρουσιαστής ταξιδιωτικής τηλεόρασης.
Ο Λίρσεν καταλαβαίνει πώς τα ελαττώματα και οι νευρώσεις του Μπουρντέν τον βοήθησαν να σφυρηλατήσει ένα δεσμό με το κοινό του.
«Ήταν ανακουφιστικό» γράφει «για τους τηλεθεατές να συνειδητοποιούν ότι ο πιο cool τύπος στον κόσμο δεν είχε στην πραγματικότητα τη ζωή στα χέρια του».
Αλλά ο Λίρσεν αποτυγχάνει στο να μας εξηγήσει το πώς -ή γιατί- αυτός ο τύπος, κατεστραμμένος από πολλές απόψεις, κάποιος που δεν είχε ταξιδέψει πολύ πριν φιλοξενήσει μια τηλεοπτική σειρά, κατέληξε να μας δείξει τόσα πολλά.
Ο Μπουρντέν έφερε τα μάτια και την καρδιά του ενθουσιασμού όπου κι αν πήγαινε, και διατηρούσε ένα βαθύ πηγάδι ενσυναίσθησης για τους ανθρώπους που, όπως κι εκείνος, δυσκολεύονταν να συμβιβάσουν αυτά που αγαπούσαν στον κόσμο με αυτά που δεν αγαπούσαν.

Ο Λίρσεν μας λέει πώς ο Μπουρντέν ζήτησε από τα στελέχη της τηλεόρασης που είχαν εμμονή με την αγορά να τον αφήσουν ουσιαστικά να κάνει ό,τι ήθελε στην κάμερα. «Αυτό αποδείχτηκε μια επιτυχημένη φόρμουλα και άφησε στον Τόνι την έντονη εντύπωση ότι, όπως είπε περισσότερες από μία φορές, το να μη δίνεις δεκάρα είναι ένα πραγματικά φανταστικό επιχειρηματικό μοντέλο για την τηλεόραση».
Σίγουρα, στα πρώτα χρόνια της τηλεοπτικής του παρουσίας, ένα μεγάλο μέρος της γοητείας ήταν να βλέπεις αυτόν τον ψηλό, γεροδεμένο Αμερικανό να βρίζει, να τρώει μια καρδιά κόμπρας που χτυπούσε ακόμα και να πίνει υπερβολικά. Αλλά καθώς οι εκπομπές του προχωρούσαν, ο Μπουρντέν σίγουρα έδινε δεκάρα.
Είχε το χάρισμα να πηγαίνει σε μέρη που βρίσκονταν κατά μήκος γεωπολιτικών διαχωριστικών γραμμών. Μας εξέθεσε στις αναδυόμενες υπερβολές της κινεζικής κατανάλωσης χρόνια πριν αναλάβει την εξουσία ο Σι Τζινπίνγκ. Μας πήγε σε μια Λιβύη που βρισκόταν μεταξύ της πτώσης του Μουαμάρ Καντάφι και της καθόδου σε έναν δεύτερο εμφύλιο πόλεμο. Μας κάλεσε σε δείπνο με τον Ρώσο αντιπολιτευόμενο Μπόρις Νεμτσόφ περίπου ένα χρόνο πριν δολοφονηθεί, και μας έδειξε χώρες του παγκόσμιου Νότου που παλεύουν να βρουν ταυτότητα παρά την ανεξέλεγκτη ανισότητα και τις αυταρχικές κυβερνήσεις που παραμένουν κληρονομιά της ευρωπαϊκής αποικιοκρατίας και του αμερικανικού τυχοδιωκτισμού.
Όπως και οι ήρωές του, προσπάθησε να υπερβεί τα δεινά και να πετύχει με τους δικούς του όρους μέσα στο εξυγιασμένο και διψασμένο για κέρδος τοπίο της αμερικανικής κουλτούρας
Με αυτόν τον τρόπο, ο Μπουρντέν φαινόταν συχνά να παλεύει με το τι σημαίνει να είσαι Αμερικανός, το οποίο του έδωσε τόσες ευκαιρίες, ενώ ταυτόχρονα τον γέμιζε με τόση ανησυχία.
Στο Λάος, για παράδειγμα, τρώει με έναν άνδρα που έχει χάσει τα άκρα του από πυρομαχικά που άφησε πίσω του ο όχι και τόσο μυστικός πόλεμος της Αμερικής. Ο Μπουρντέν ρωτάται αν φοβάται να δει τις συνέπειες αυτού που έκανε η κυβέρνησή του.
«Να φοβάμαι; Όχι» απαντά. «Κάθε Αμερικανός πρέπει να δει τα αποτελέσματα του πολέμου … Νομίζω ότι είναι το λιγότερο που μπορώ να κάνω, να βλέπω τον κόσμο με ανοιχτά μάτια».
Εκείνη τη στιγμή, όπως και σε τόσες άλλες εκπομπές του Μπουρντέν, η ιστορία αυτού του ατόμου αποκτά την ίδια σημασία με τις ιστορίες ανθρώπων που συνήθως εμφανίζονται στην τηλεόραση – πολιτικών προσώπων, για παράδειγμα, ή διάσημων σεφ. Αυτό ήταν το πιο ανατρεπτικό χαρακτηριστικό του. Στην κάμερα, ήταν απλώς περίεργος και πρόθυμος να ακούσει. Και μπορούσαμε να δούμε -σε πραγματικό χρόνο- πώς το ταξίδι τον άλλαζε.
Ο Λίρσεν χαρίζει στον αναγνώστη πρόσβαση στην κλειδαρότρυπα για αυτό που υποθέτει ότι οδήγησε τον Μπουρντέν στην αυτοκτονία.

Γράφει ότι ο Τόνι πέρασε τις τελευταίες ώρες της ζωής του γκουγκλάροντας εκατοντάδες φορές το όνομα της Άζια Αρτζέντο, πιθανώς κοιτάζοντας ξανά και ξανά τις ίδιες φωτογραφίες παπαράτσι. Πόσο λυπηρό είναι ότι ο Μπουρντέν, ο οποίος πρόσφερε την υπόσχεση της απόδρασης από τους κοσμικούς εθισμούς των social media της εποχής μας, πέρασε τις τελευταίες μέρες του πυροδοτώντας τον εαυτό του κοιτάζοντας τις οθόνες.
Μετά από μια ζωή εξερεύνησης, το τελευταίο του ταξίδι ήταν σε μια διαδικτυακή λαγότρυπα για το δικό του αποτυχημένο ειδύλλιο.
Η πρώτη μη εξουσιοδοτημένη βιογραφία του συγγραφέα και δημιουργού ταξιδιωτικών ντοκιμαντέρ κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Simon & Schuster και έφερε αντιδράσεις.
Στις σελίδες του ο Λίρσεν αναδεικνύει ωμές, ακραία προσωπικές στιγμές από τις ημέρες πριν το θάνατο του φέρνοντας στο φως τις τελευταίες συνομιλίες του με την Άζια Αρτζέντο και την Οτάβια Μπουζία-Μπουρντέν, τη σύζυγό του επί 11 χρόνια, η οποία, από τότε που χώρισαν το 2016, είχε γίνει στενή φίλη του.
«Μισώ κι εγώ τους θαυμαστές μου. Μισώ να είμαι διάσημος. Μισώ τη δουλειά μου», είχε γράψει ο Μπουρντέν στην Οτάβια σε ένα από τα σχεδόν καθημερινά μηνύματα που αντάλλασσαν. «Είμαι μόνος και ζω σε συνεχή αβεβαιότητα».
Στο βιβλίο που έγραψε μετά από 80 συνεντεύξεις, και έρευνα σε αρχεία, μηνύματα και emails από το τηλέφωνο και το λάπτοπ του Μπουρντέν, ο Λίρσεν αφηγείται την εξέλιξη του. Από μελαγχολικό έφηβο μιας οικογένειας που είχε οικονομικές δυσκολίες στα προάστια του Νιου Τζέρσεϊ σε τοξικοεξαρτημένο «θιασώτη των γεύσεων» και επιτυχημένο συγγραφέα και ταξιδευτή.
Ο Λίρσεν γράφει για έναν Μπουρντέν που στο τέλος της ζωής του ήταν απομονωμένος, έκανε ενέσεις στεροειδών, έπινε μέχρι λιποθυμίας, επισκεπτόταν πόρνες και είχε σχεδόν εξαφανιστεί από τη ζωή της 11χρονης κόρης του φέρνοντας οργή στην οικογένεια του.
Ο αδελφός του Κρίστοφερ Μπουρντέν, μίλησε για ένα «οδυνηρό» βιβλίο και απαίτησε να μην κυκλοφορήσει μέχρι να διορθωθούν οι ανακρίβειες του συγγραφέα. «Κάθε τι που γράφει για τις σχέσεις και τις αλληλεπιδράσεις μέσα στην οικογένειά μας ως παιδιά και ενήλικες το κατασκεύασε ή το έκανε εντελώς λάθος», είχε πει.
«Τα ταξίδια δεν είναι πάντα όμορφα. Δεν είναι πάντα άνετα. Μερικές φορές πονάει- σου ραγίζει ακόμα και την καρδιά. Αλλά δεν πειράζει. Το ταξίδι σε αλλάζει»
Από την άλλη, η σύζυγος του Μπουρντέν και κληρονόμος του, δεν είχε αντιρρήσεις. Η ίδια βοήθησε στη συγγραφή της διχαστικής βιογραφίας και γνώριζε πολλά για τη σχέση του με την Αρτζέντο.
Σύμφωνα με τον Λίρσεν, ο Μπουρντέν ξόδευε εκατοντάδες χιλιάδες δολάρια για την Αρτζέντο, παρέχοντας οικονομική υποστήριξη σε εκείνη, τα δύο παιδιά της και μερικές φορές στους φίλους της. Επέμενε σε συνεργάτες να σκηνοθετεί και να εμφανίζεται στην εκπομπή, ενώ έγινε σφοδρός υποστηρικτής του κινήματος #MeToo, μετά από την καταγγελία της στον δημοσιογράφο Ρόναν Φάροου το 2017 ότι ο Χάρβεϊ Γουάινστιν την είχε κακοποιήσει σεξουαλικά.
Ο Λίρσεν γράφει ότι ο Μπουρντέν πλήρωσε αποζημίωση για υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης εναντίον της Αρτζέντο που σύμφωνα με το βιβλίο, ήταν χειριστική και παρακολουθούσε τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του Μπουρντέν και τις σχέσεις του με την οικογένεια του. Ο Λίρσεν αναφέρει ότι η Αρτζέντο εξοργιζόταν όταν ο Μπουρτνέν μιλούσε με την πρώην σύζυγό του ή την κόρη του.
Πέντε ημέρες πριν τον θάνατό του, η Αρτζέντο φωτογραφήθηκε να χορεύει με τον Γάλλο δημοσιογράφο Hugo Clément στο λόμπι του Hotel de Russie στη Ρώμη, όπου είχε μείνει μαζί με τον Μπουρντέν.
Σύμφωνα με το βιβλίο ο Μπουρντέν εξοργίστηκε και οι επόμενες μέρες και νύχτες του ήταν μια εμμονική κατάβαση στην κόλαση.
«Νομίζω ότι στο τέλος, τις τελευταίες ημέρες και ώρες, συνειδητοποίησε τι είχε γίνει ο ίδιος», γράφει. «Δεν τον σέβομαι που αυτοκτόνησε, αλλά συνειδητοποίησε και τελικά κατάλαβε ότι δεν ήθελε να είναι αυτό το άτομο που είχε γίνει».

Την τελευταία μέρα της ζωής του, μετά τα γυρίσματα για τη δημοφιλή εκπομπή του, ο Άντονι Μπουρντέν δείπνησε μόνος του, ήπιε πολύ γράφει ο Λίρσεν που βάζει την τελευταία τελευταία ανταλλαγή μηνυμάτων του Μπουρντέν με την Αρτζέντο στην εισαγωγή του βιβλίου του. Σύμφωνα με τον Λίρσεν και τα μηνύματα που του έδωσε πρόσβαση η πρώην σύζυγος του Μπουρντέν, ειπώθηκαν τα παρακάτω:
Μπουρντέν: Υπάρχει κάτι που μπορώ να κάνω;
Αρτζέντο: Σταμάτα να με πρήζεις.
Μπουρντέν: ΟΚ
Το ίδιο βράδυ, ο Μπουρντέν κρεμάστηκε.
Εικασίες, υποθέσεις, ναδίρ, ζενίθ. «Τα ταξίδια δεν είναι πάντα όμορφα» είπε κάποτε ο Άντονι Μπουρντέν, κλείνοντας ένα επεισόδιο μιας από τις εκπομπές του με την ιδιαίτερη, στακάτη φωνή του. «Δεν είναι πάντα άνετα. Μερικές φορές πονάει- σου ραγίζει ακόμα και την καρδιά. Αλλά δεν πειράζει. Το ταξίδι σε αλλάζει».
View this post on Instagram
Ακολουθήστε το in.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις